Οι δικηγόροι της εταιρείας μας Αναστασία Κωνσταντέλλια και Απόστολος Σιαπέρας, δημοσίευσαν άρθρο σχετικά με τη δυνατότητα στήριξης στα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης (πιστοποιήσεις ISO) στο νομικό περιοδικό Νομολογία Δημοσίων Έργων & Περιβάλλοντος (ΝΟ.Δ.Ε.ΠΕ.) 2024, ΤΕΥΧΟΣ 31.
Ο θεσμός της δάνειας εμπειρίας παρέχει στους οικονομικούς φορείς, την δυνατότητα να συμμετάσχουν σε δημόσιους διαγωνισμούς μέσω επίκλησης των δυνατοτήτων τρίτων οικονομικών φορέων, οι οποίοι δεν μετέχουν οι ίδιοι στον διαγωνισμό, προκειμένου να «καλύψουν» τις ελάχιστες απαιτήσεις της Διακήρυξης.
Κατά την κρατούσα άποψη των Διοικητικών Εφετείων της χώρας, η οποία προσφάτως επικυρώθηκε από το ΣτΕ, η δυνατότητα αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, δεδομένου ότι οι πιστοποιήσεις κατά τα πρότυπα αυτά εκ της φύσεως τους έχουν προσωποπαγή χαρακτήρα, ώστε δεν είναι νοητή η στήριξη συμμετέχοντος σε δημόσιο διαγωνισμό στα «πρότυπα» τρίτου. Στον αντίποδα, μερίδα της νομολογίας κρίνει ότι τα ανωτέρω πρότυπα υπάγονται στα κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας και άρα δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού.
Ι. Εισαγωγικά
α. Οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες για τις Δημόσιες Συμβάσεις και η εθνική νομοθεσία, παροτρύνουν τις αναθέτουσες αρχές να υιοθετούν περιβαλλοντικά κριτήρια και να θέτουν ως κριτήριο επιλογής τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων με συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης βάσει προτύπων καθώς και τη συμμόρφωση αυτών με πρότυπα διασφάλισης ποιότητας[1].
Προς τον σκοπό αυτό, στο άρθρο 82 του ν. 4412/2016, κατά μεταφορά στην ελληνική έννομη τάξη του αντίστοιχου άρθρου 62 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, προβλέφθηκε η δυνατότητα των αναθετουσών αρχών να απαιτούν και να θέτουν ως όρο συμμετοχής – πέραν των απαιτήσεων που σχετίζονται με την καταλληλότητα, την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια και την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα και τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 75 του ιδίου νόμου – την συμμόρφωση των οικονομικών φορέων με τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης με πεδίο εφαρμογής συναφές με το αντικείμενο της σύμβασης.
β. Στο πλαίσιο μίας εισαγωγικής ανάλυσης, ως «δάνεια εμπειρία» νοείται η αναγνωρισμένη εκ του νόμου δυνατότητα των συμμετεχόντων σε δημόσιους διαγωνισμούς οικονομικών φορέων να «δανείζονται» την ελλείπουσα στο πρόσωπό τους, αλλά απαραίτητη για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό εμπειρία από τρίτους φορείς που δεν μετέχουν οι ίδιοι στο διαγωνισμό[2]. Η έννοια του θεσμού της δάνειας εμπειρίας εμφανίζεται για πρώτη φορά στη νομολογία του ΔΕΚ (ήδη ΔΕΕ), στην απόφαση Ballast Nedam Groep NV κατά του Βελγικού Δημοσίου[3], στην οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι την ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μπορεί να διεκδικήσει όχι μόνο ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί το ίδιο τα έργα αυτά, αλλά εξίσου και ένα πρόσωπο που εκτελεί μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων ή απευθύνεται σε εξωτερικούς, τεχνικούς ή τεχνικές υπηρεσίες ή ακόμη και σε κοινοπραξία εργοληπτών οποιασδήποτε νομικής μορφής[4].
Στην ελληνική έννομη τάξη, η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στο άρθρο 78 του ν. 4412/2016[5], στο οποίο ρυθμίζεται η δυνατότητα στήριξης του οικονομικού φορέα στις ικανότητες τρίτων οικονομικών φορέων μόνο για την κάλυψη των κριτηρίων της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας ή/και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, χωρίς να ασκεί επιρροή η νομική φύση του δεσμού που συνδέει «δανειζόμενο» και «δανειστή». Με την ως άνω διάταξη, προβλέπεται ότι ένας οικονομικός φορέας μπορεί, εφόσον παραστεί ανάγκη και για συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς, εφόσον όμως αποδεικνύει τη δέσμευση του τρίτου προς τούτο και παρέχει επαρκείς εγγυήσεις στην αναθέτουσα αρχή για την έντεχνη, προσήκουσα και άρτια εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης[6]. Βασικά στοιχεία του θεσμού της δάνειας εμπειρίας, είναι αφενός η αδυναμία του υποψήφιου οικονομικού φορέα να ανταποκριθεί με τα δικά του μέσα στις απαιτήσεις εκτέλεσης της σύμβασης, την οποία επιθυμεί να συνάψει, και η προσφυγή του σε δυνατότητες τρίτου φορέα (χρηματοδοτικές ή τεχνικές δυνατότητες) για την απόδειξη της επάρκειάς του και αφετέρου η υποχρέωση του υποψήφιου οικονομικού φορέα να αποδείξει στην αναθέτουσα αρχή, ότι ο τρίτος φορέας έχει τη δυνατότητα να διαθέσει τους επικαλούμενους πόρους και ότι οι πόροι αυτοί θα βρίσκονται πράγματι στη διάθεση του πρώτου για την εκτέλεση της σύμβασης, ότι θα έχει στη διάθεσή του τα μέσα που ανήκουν στον τρίτο και τα οποία είναι αναγκαία για την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως σε «κατάλληλο επίπεδο ποιότητας»[7]. Σημειώνεται δε, ότι ο τρίτος οικονομικός φορέας, στον οποίο στηρίζεται ο προσφέρων πρέπει να είναι αυτοτελής νομική οντότητα, χωριστή από τον οικονομικό φορέα που συμμετέχει στον διαγωνισμό και να αποδεικνύει ότι συντρέχουν στο πρόσωπό του τα σχετικά κριτήρια επιλογής.
Με τον θεσμό της δάνειας εμπειρίας, ικανοποιείται ο ενωσιακός στρατηγικός στόχος της διευκόλυνσης της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις δημόσιες συμβάσεις. Ειδικότερα, ένας από τους σκοπούς του δικαίου περί δημοσίων συμβάσεων είναι το άνοιγμα της αγοράς των δημοσίων συμβάσεων προς όλους τους οικονομικούς φορείς, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους[8]. Η συμπερίληψη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων πρέπει να ενθαρρύνεται, ιδιαίτερα καθώς οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θεωρείται ότι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της ΕΕ. Οι πιθανότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς και να τους ανατίθενται δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών, υπηρεσιών, προσκρούουν, μεταξύ άλλων παραγόντων, στο μέγεθος των συμβάσεων. Εξαιτίας αυτού, η δυνατότητα των προσφερόντων να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς μέσω επίκλησης των δυνατοτήτων τρίτων επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις αγορές[9].
γ. Το ερώτημα που ανακύπτει και απασχολεί τη νομολογία, είναι εάν η απαίτηση να πληρούν οι συμμετέχοντες συγκεκριμένα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης δύναται να αποτελέσει αντικείμενο στήριξης ή εάν τούτο συνιστά διακριτό κριτήριο επιλογής το οποίο απαιτείται να πληρούται αποκλειστικά από τον οικονομικό φορέα που υποβάλλει την προσφορά. Η νομολογία των εθνικών δικαστηρίων ως προς το επίμαχο ζήτημα φαίνεται διχασμένη.
ΙΙ. Η άποψη περί αδυναμίας στήριξης στις ικανότητες τρίτου ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης
Μερίδα της νομολογίας[10], η οποία και φαίνεται να είναι η κρατούσα, κρίνει ότι η δυνατότητα στήριξης στις ικανότητες τρίτου υπό την μορφή της δάνειας εμπειρίας, δύναται να αφορά μόνο τα κριτήρια επιλογής που αφορούν την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια και την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του οικονομικού φορέα και όχι την απαίτηση συμμόρφωσης με τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, τα οποία και αποτελούν διακεκριμένα και αυτοτελή κριτήρια επιλογής ως προς τα οποία δεν προβλέπεται η σχετική δυνατότητα.
Η άποψη αυτή της νομολογίας συμμορφώνεται απόλυτα με το γράμμα του νόμου. Ειδικότερα, ως αναλύθηκε ανωτέρω, στο άρθρο 78 του ν. 4412/2016 – το οποίο και περιλαμβάνεται στο Βιβλίο Ι – Μέρος Α΄ – Τίτλος 3 – Τμήμα ΙΙΙ – Ενότητα 4 του νόμου -προβλέπεται η δυνατότητα στήριξης του προσφέροντα οικονομικού φορέα στις ικανότητες τρίτου ως προς τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και στα κριτήρια της τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, που προβλέπονται στις παρ. 3 και 4 αντίστοιχα του άρθρου 75, το οποίο εμπεριέχεται στην αυτή Ενότητα 4. Αντίθετα, η συμμόρφωση των οικονομικών φορέων με τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, προβλέπεται στο άρθρο 82, το οποίο ανήκει σε διαφορετική Ενότητα και συγκεκριμένα στην Ενότητα 5, ως προς την οποία ουδεμία αντίστοιχη πρόβλεψη περί στήριξης στις ικανότητες τρίτου υφίσταται. Εκ της διάκρισης αυτής, στην οποία προβαίνει η νομοθεσία, παρέπεται ότι ο θεσμός της δάνειας εμπειρίας δεν τυγχάνει εφαρμογής ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, καθώς σε αντίθετη περίπτωση, τούτο θα προβλεπόταν ρητά.
Την ως άνω κατεύθυνση έχει υιοθετήσει και η Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ.) η οποία και στα υποδείγματα Διακηρύξεων που διαμορφώνει και αναρτά ως «Πρότυπα Τεύχη»[11], ακολουθεί τη δομή της νομοθεσίας και προβαίνει σε διακριτή ρύθμιση της δυνατότητας στήριξης στις ικανότητες άλλων φορέων, «αποκλείοντας» καθ’ αυτό τον τρόπο την στήριξη σε τρίτους ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης.
Ειδικότερα, στα υποδείγματα Διακηρύξεων Έργων που έχει διαμορφώσει η ΕΑΔΗΣΥ, περιλαμβάνει ειδικό όρο με τίτλο «22.ΣΤ. Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων (Δάνεια εμπειρία)» στον οποίο και προβλέπει ότι: «Όσον αφορά τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και τα κριτήρια σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς». Τα δε, κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, προβλέπονται υπό τους όρους «22.Γ. Οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια» και «22.Δ. Τεχνική και επαγγελματική ικανότητα» ενώ τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, αποτελούν και προβλέπονται σε έτερη και διακριτή παράγραφο του κεφαλαίου «Κριτήρια ποιοτικής επιλογής»[12].
Ομοίως και στα υποδείγματα Διακηρύξεων Υπηρεσιών & Προμηθειών της Αρχής, τα κριτήρια επιλογής χωρίζονται στις υπό- ενότητες «2.2.4 Καταλληλότητα άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας», «2.2.5 Οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια», «2.2.6 Τεχνική και επαγγελματική ικανότητα» και «2.2.7 Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης». Η δε, δυνατότητα στήριξης στην ικανότητα τρίτων προβλέπεται υπό τον όρο 2.2.8.1, ο οποίος και ρητά παραπέμπει στους όρους/κριτήρια ως προς τα οποία προβλέπεται η δυνατότητα στήριξης σε τρίτους οικονομικούς φορείς. Ειδικότερα σύμφωνα με τον όρο 2.2.8.1 «Οι οικονομικοί φορείς μπορούν, όσον αφορά τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας (της παραγράφου 2.2.5) και τα σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα (της παραγράφου 2.2.6), να στηρίζονται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών τους με αυτούς..». Ως εκ τούτου αποκλείεται ρητά και σαφώς η στήριξη για τα κριτήρια της παραγράφου 2.2.7, ήτοι τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης.
Η ανωτέρω νομολογία, επιχειρεί να διαφυλάξει τον προσωποπαγή χαρακτήρα των πιστοποιήσεων κατά τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης[13], κρίνοντας ότι οι σχετικές πιστοποιήσεις είναι εξ ορισμού intuit personae, αφορούν αποκλειστικά, δηλαδή, μόνο στο πρόσωπο του υποψήφιου αναδόχου και είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον ίδιο, με αποτέλεσμα να μη δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού. Εξάλλου κατά την άποψη αυτή, η εκδοχή ότι οι ανωτέρω πιστοποιήσεις δεν συνιστούν αντικείμενο δανεισμού, είναι «σύμφωνη με το σκοπό που αυτές εξυπηρετούν»[14] δεδομένου ότι το πεδίο εφαρμογής αυτών απαιτείται να συναφές με το αντικείμενο της σύμβασης ώστε να διασφαλίζεται η σύμφωνη, με τα ανωτέρω πρότυπα, εκτέλεση αυτής, σκοπός που επιτυγχάνεται μόνο εάν ο πιστοποιούμενος κατά τα ως άνω πρότυπα είναι και αυτός που θα εκτελέσει τη σύμβαση.
ΙΙΙ. Η άποψη περί δυνατότητας στήριξης στις ικανότητες τρίτου ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης
Στον αντίποδα, και υπό τα ανωτέρω δεδομένα έχει κριθεί από μερίδα της νομολογίας, ότι η απαίτηση συμμόρφωσης των οικονομικών φορέων με τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, ως κριτήριο υποβολής παραδεκτής προσφοράς, εντάσσεται και αποτελεί ενότητα του κριτηρίου της τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, οπότε και δύναται να αποτελέσει αντικείμενο στήριξης[15].
Η άποψη αυτή της νομολογίας προβαίνει σε μια εκ διαμέτρου αντίθετη προσέγγιση. Ειδικότερα, κρίνει ότι από τη φύση και τον σκοπό των πιστοποιήσεων κατά τα ανωτέρω πρότυπα, προκύπτει ότι η κατοχή των σχετικών πιστοποιητικών και η δι’ αυτών απόδειξη συμμόρφωσης με τα πρότυπα περιβαλλοντικής ή ποιοτικής διαχείρισης, συνιστούν στοιχεία που ανήκουν στη σφαίρα των κριτηρίων επιλογής τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας και συνεπώς για την πλήρωση της σχετικής απαίτησης χωρεί στήριξη στις ικανότητες τρίτου. Τούτο ενισχύεται από το γεγονός ότι στην υπ’ αρ. 13 Κατευθυντήρια Οδηγία της ΕΑΔΗΣΥ, τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης περιλαμβάνονται ως κεφάλαιο στην Ενότητα “IV.Τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητες” της ως άνω Οδηγίας[16].
Η άποψη αυτή, μάλιστα, παραπέμπει στην υπ’ αρ. 2010/2022 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε ότι «Μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας που δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο δάνειας εμπειρίας περιλαμβάνονται και τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης.». Εντούτοις, κατά τους όρους της κρινόμενης στην περίπτωση εκείνη διακήρυξης προβλέφθηκε ότι οι συμμετέχοντες πρέπει να πληρούν τα κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας της παραγράφου 8.4 της διακήρυξης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης που τέθηκαν στην υποπαράγραφο 8.4.2 του ως άνω όρου της διακήρυξης. Η δυνατότητα, δε, στήριξης στις ικανότητες τρίτου, στη συγκεκριμένη διακήρυξη, προβλέπεται για τα κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας της παραγράφου 8.4., οπότε και επιτρέπεται στήριξη για όλα τα κριτήρια του 8.4. μεταξύ των οποίων και τα πρότυπα διασφάλισης που περιγράφονται στην υποπαράγραφο (του 8.4) 8.4.2 της διακήρυξης. Ως εκ τούτου στην κρινόμενη περίπτωση από το ΣτΕ, υπό το πρίσμα των κανονιστικών όρων της συγκεκριμένης Διακήρυξης, αιτιολογημένα κρίθηκε ότι επιτρέπεται η στήριξη και στα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης. Και τούτο διότι υφίστατο ρητός όρος της Διακήρυξης που προέβλεπε τη δυνατότητα αυτή. Κατά την πάγια δε νομολογία όροι της διακήρυξης που δεν έχουν αμφισβητηθεί επικαίρως, παγιώνονται και συνιστούν το κανονιστικό πλαίσιο του διαγωνισμού βάσει του οποίου κρίνει και το ίδιο το Δικαστήριο[17].
Συνεπώς η επίμαχη απόφαση δεν μπορεί να αποτελεί έρεισμα της άποψης περί της δυνατότητας στήριξης στα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, ως απαιτήσεων που περιλαμβάνονται μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας.
- IV. Η πρόσφατη κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ’ αρ. 1147/2024 απόφαση του
Η ανωτέρω νομολογιακή διχογνωμία ως προς τη δυνατότητα ή μη στήριξης στα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης φαίνεται να λαμβάνει τέλος με την πρόσφατη υπ’ αρ. 1147/2024 απόφαση του ΣτΕ, η οποία έκρινε ότι τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής δεν δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού.
Ειδικότερα, το ΣτΕ έκρινε ότι όρος της διακήρυξης, ο οποίος επιτρέπει τη στήριξη στις ικανότητες τρίτου ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, είναι παράνομος, κρίνοντας συγκεκριμένα ότι: «32. Επειδή, περαιτέρω, ο ίδιος ο άνω όρος 3.2.9 της Διακήρυξης, στο μέτρο που επέτρεπε στους συμμετέχοντες να στηρίζονται σε τρίτους ως προς τα απαιτούμενα από την Διακήρυξη πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης ήταν μη νόμιμος, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση, δεδομένου ότι λόγω του προσωποπαγούς χαρακτήρα των πιστοποιήσεων αυτών δεν είναι νοητή η στήριξη συμμετέχοντος σε δημόσιο διαγωνισμό σε πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης τρίτων, όπως συνάγεται και από το γεγονός ότι η στήριξη στις ικανότητες τρίτων ως προς τα πρότυπα αυτά δεν προβλέπεται σε καμία από τις Οδηγίες 2014/23, 2014/24 και 2014/25 που διέπουν τους δημόσιους διαγωνισμούς, ούτε στους αντίστοιχους νόμους 4412/2016 και 4413/2016, με τους οποίους αυτές ενσωματώθηκαν στο εθνικό δίκαιο, καθώς μια τέτοια δυνατότητα θα αντιστρατευόταν τις επιμέρους ειδικές νομοθεσίες που τα προβλέπουν. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΑΔΗΣΥ, κατά το μέρος που απέρριψε τον σχετικό λόγο της προδικαστικής προσφυγής, είναι ακυρωτέα.»
Το Ανώτατο Ακυρωτικό επιβεβαίωσε με την απόφασή του αυτή την κρατούσα άποψη στη νομολογία που θεωρεί τις πιστοποιήσεις κατά τα ανωτέρω πρότυπα, «intuit personae», ήτοι συνδεόμενες αποκλειστικά με το πρόσωπο του πιστοποιούμενου οικονομικού φορέα, οπότε δεν νοείται να μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού. Επιπλέον έκρινε ότι τούτο συνάγεται και εκ του γράμματος του νόμου, δεδομένου ότι στην ελληνική έννομη τάξη αλλά και στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες που ενσωματώθηκαν σε αυτή και που διέπουν τις δημόσιες διαγωνιστικές διαδικασίες, δεν υφίσταται πρόβλεψη ως προς την δυνατότητα στήριξης στις ικανότητες τρίτου για τα ανωτέρω πρότυπα.
- IV. Συμπερασματικές παρατηρήσεις
Παρά την κρατούσα άποψη που υιοθετείται από την νομολογία των Διοικητικών Εφετείων, περί αδυναμίας στήριξης στις ικανότητες τρίτου ως προς τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης, φάνηκε να αρχίζει να διαμορφώνεται ένας νομολογιακός αντίλογος που δεχόταν ότι τα ανωτέρω πρότυπα υπάγονται στα κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας και άρα δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού.
Με την πρόσφατη, όμως, απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, επικυρώνεται η κρατούσα άποψη και διασφαλίζεται έτσι η ασφάλεια δικαίου, ώστε να μην υιοθετούνται και εφαρμόζονται από τις αναθέτουσες αρχές, όροι, οι οποίοι εξικνούνται πέρα από το γράμμα του νόμου και δεν συμβαδίζουν με τις ενωσιακές και εθνικές ρυθμίσεις που διέπουν τους δημόσιους διαγωνισμούς και ιδίως τη διαδικασία διαμόρφωσης των απαιτήσεων για την υποβολή παραδεκτής προσφοράς.
[1] βλ. Ζαχαροπούλου Α. Δημόσιες Συμβάσεις και Περιβάλλον – Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις 2021 – 2023, ΣΥΝ 152/2022, σελ. 48 – 51
[2] βλ. Καλλιτσιώτη Ε. σε: ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ – Ν 4412/2016 – Νομολογιακή Προσέγγιση και Πρακτική Εφαρμογή, Επιμέλεια: Ε. – Ε. Κουλουμπίνη, Η. Μάζος, Ι. Κίτσος, Νομική Βιβλιοθήκη, 2019, διαθέσιμο σε: https://www.qualex.gr/el-GR/periexomeno/vivliografia/vivliografia?id=614128
[3] ΔΕΚ C-389/92, Ballast Nedam Groep NV και Belgische Staat, της 14ης Απριλίου 1994, ECLI:EU:C:1994:133, CURIA
[4] Γέροντας Α., Δίκαιο δημοσίων συμβάσεων, 2024, Σάκκουλας, σ. 144 διαθέσιμο σε: sakkoulas-online
[5] Άρθρο 307 & 308 παρ. 2 για το Βιβλίο ΙΙ του ν. 4412/2016 κατά μεταφορά στην ελληνική νομοθεσία του άρθρου 59 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ
[6] βλ. ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΟΔΗΓΙΑ 14 ΕΑΔΗΣΥ με θέμα “Δυνατότητα δανεισμού ικανότητας τρίτων κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων”, διαθέσιμο σε: https://www.eaadhsy.gr/images/docs/20160425_2076-Katey8ynthria-Odhgia-14.pdf (Ανακτήθηκε: 25/09/2024)
[7] Γέροντας Α., Δίκαιο δημοσίων συμβάσεων, 2024, Σάκκουλας, σ. 148, διαθέσιμο σε: sakkoulas-online
[8] Ευρωπαϊκός Κώδικας Βέλτιστων Πρακτικών που διευκολύνει την πρόσβαση των ΜΜΕ στις δημόσιες συμβάσεις, Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Βρυξέλλες 25-06-2008, SEC(2008)2193, σελ. 4, διαθέσιμο στο:
https://ec.europa.eu/docsroom/documents/15472/attachments/1/translations/el/renditions/native
(Ανακτήθηκε: 25/09/2024)
[9] βλ. ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΟΔΗΓΙΑ 14 ΕΑΑΔΗΣΥ με θέμα “Δυνατότητα δανεισμού ικανότητας τρίτων κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων”, ο.π., σελ. 3
[10] βλ. ΔΕφΑθ 47/2024, ΔΕφΠει 87/2022, ΔΕφΑθ 41/2022, ΔΕφΑθ 53/2021 (Αναστ), ΔΕφΑθ 226/2021 (Αναστ)
[11] https://www.eaadhsy.gr/index.php/m-foreis/m-protypa
[12] «22.Ε. Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης»
[13] Σειραδάκης Μ., Μορφές άμεσης και έμμεσης από κοινού συμμετοχής οικονομικών φορέων σε Δημόσιες Διαγωνιστικές Διαδικασίες, ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 2024, σελ. 250
[14] βλ. ΔΕφΠειρ 87/2022, ΤΝΠ QUALEX
[15] βλ. ΔΕφΙωαν 52/2023, αδημ. ΔΕφΘεσσ 143/2021, ΤΝΠ QUALEX
[16] ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΟΔΗΓΙΑ 13 της ΕΑΑΔΗΣΥ με θέμα: «Κριτήρια ποιοτικής επιλογής δημοσίων συμβάσεων και έλεγχος καταλληλότητας: ειδικά η οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια και η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα», διαθέσιμο σε: https://www.eaadhsy.gr/images/docs/20160304_1111-Katey8ynthria-Odhgia-13.pdf (Ανακτήθηκε: 25/09/2024)
[17] βλ. ΣτΕ Ε.Α. 977/2004 αδημ., ΣτΕ Ε.Α. 16/2005, ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1502/2003, αδημ.